Канализационный στα ελληνικά

Μετάφραση: канализационный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στραγγίζω, οχετός, υπόνομος, αποχέτευσης, υπονόμων, αποχέτευση, αποχετευτικό δίκτυο
Канализационный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • влево στα ελληνικά - αριστερά, στα αριστερά, προς τα αριστερά, στην αριστερή, στο αριστερό
  • гарри στα ελληνικά - βασανίζω, λυμαίνομαι, Χάρι, Ο Χάρι, Ο Harry
  • голодание στα ελληνικά - πείνα, λιμός, ασιτία, λιμοκτονία, την πείνα, λιμό
  • дефект στα ελληνικά - ατέλεια, λάθος, μειονέκτημα, ζουζούνι, ψεγάδι, αποστατώ, αμαυρώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Канализационный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στραγγίζω, οχετός, υπόνομος, αποχέτευσης, υπονόμων, αποχέτευση, αποχετευτικό δίκτυο