Катер στα ελληνικά
Μετάφραση: катер, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτοξεύω, καθελκύω, εξαπολύω, βάρκα, πλοίο, σκάφος, σκάφους, σκαφών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- варьирование στα ελληνικά - παραλλαγή, μεταβολή, διακύμανση, διακύμανσης, μεταβολής
- выноситься στα ελληνικά - βέλος, ξεπετάγομαι, επιβάλλονται, που επιβάλλονται, επέβαλε, επιβληθεί, επιβλήθηκε
- гуманист στα ελληνικά - ουμανιστής, ανθρωπιστής, ανθρωπιστή, ουμανιστική, ανθρωπιστών
- жатва στα ελληνικά - σοδειά, θερίζω, κουρεύω, τρύγος, συγκομιδή, συγκομιδής, τη συγκομιδή, ...
Τυχαίες λέξεις
Катер στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτοξεύω, καθελκύω, εξαπολύω, βάρκα, πλοίο, σκάφος, σκάφους, σκαφών
Μεταφράσεις: εκτοξεύω, καθελκύω, εξαπολύω, βάρκα, πλοίο, σκάφος, σκάφους, σκαφών