Клеваться στα ελληνικά
Μετάφραση: клеваться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ραμφίζω, τσιμπώ, κτυπώ με το ράμφος, Peck, ραμφίζουν, ραμφίζουν τα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- антимилитаристский στα ελληνικά - antimilitaristic
- ассимиляция στα ελληνικά - απορρόφηση, αφομοίωση, αφομοίωσης, εξομοίωσης, εξομοίωση, την αφομοίωση
- ату στα ελληνικά - αντιστοιχία, ψηλά, καταμέτρηση, συμπίπτουν, συμφωνία τους
- диминуэндо στα ελληνικά - diminuendo
Τυχαίες λέξεις
Клеваться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ραμφίζω, τσιμπώ, κτυπώ με το ράμφος, Peck, ραμφίζουν, ραμφίζουν τα
Μεταφράσεις: ραμφίζω, τσιμπώ, κτυπώ με το ράμφος, Peck, ραμφίζουν, ραμφίζουν τα