Λέξη: λιμός

Σχετικές λέξεις: λιμός

λιμός αθήνας, λιμός ουκρανία, λιμός ετυμολογία, λιμός ιρλανδία, λιμός 1940, λιμόσ β παγκόσμιοσ πόλεμοσ, λιμός λοιμός, λιμός και λοιμός, λιμός στον β' παγκόσμιο πόλεμο, λιμός ιρλανδίας

Συνώνυμα: λιμός

πείνα, μεγάλη έλλειψη, λιμοκτονία, ασιτία

Μεταφράσεις: λιμός

λιμός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
famine, starvation, famine of, famines, famine is

λιμός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
hambre, carestía, hambruna, el hambre, la hambruna, hambrunas

λιμός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hungersnot, Hungersnot, Hunger, Hungersnöte, Hungers

λιμός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
manque, insuffisance, défaut, famine, faim, disette, la famine, famines, de famine

λιμός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fame, carestia, carestie, la carestia, la fame

λιμός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fome, a fome, da fome, famine, escassez

λιμός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hongersnood, geeuwhonger, honger, de hongersnood, de honger, den honger

λιμός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
голодовка, голод, недостаток, голодание, голодуха, недоедание, голода, голодом, голоде

λιμός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hungersnød, sult, hunger, hungersnøden, hungeren

λιμός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hungersnöd, svält, hungersnöden, svälten, hunger

λιμός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nälänhätä, pula, nälänhädän, nälkä, nälänhätää, nälänhädästä

λιμός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hungersnød, sult, hungersnøden, Hunger, Hungeren

λιμός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nedostatek, hladomor, hlad, hladomoru, hladu

λιμός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
głód, brak, klęska, głodowanie, głodu, klęska głodu, głodem

λιμός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
éhínség, éhség, éhínséget, az éhínség, éhezés

λιμός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kıtlık, kılık, açlık, kıtlığın, famine, kıtlığı

λιμός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хиба, ваду, вада, хибу, нестача, голод, недолік, голоду

λιμός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
uri, zi buke, zia e bukës, mungesë ushqimesh, zi

λιμός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
глад, глада, гладът, настана глад

λιμός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
голад, голаду

λιμός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
näljahäda, nälg, nälja, nälga, tekitatud näljahäda

λιμός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
glad, nestašice, oskudica, gladi, glađu, glad od

λιμός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hallæri, hungrið, hungur, hungursneyð, Hallærið

λιμός στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
fames

λιμός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
badas, bado, badą

λιμός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
bads, bada, badu, trūkums

λιμός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
глад, гладување, гладот, на гладот

λιμός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
foamete, foametea, foametei, foame, de foamete

λιμός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
lakota, lakoto, lakote, famine

λιμός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hladomor, hlad, hladomoru, hladu
Τυχαίες λέξεις