Конфискация στα ελληνικά

Μετάφραση: конфискация, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στερούμαι, πρόστιμο, σπασμός, δήμευση, τίμημα, κατάσχεση, δήμευσης, τη δήμευση, κατάσχεσης
Конфискация στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • абдуктор στα ελληνικά - απαγωγέας, απαγωγέα, του απαγωγέα, τον απαγωγέα, δυνατότητας του απαγωγέα
  • грызть στα ελληνικά - σπάζω, ρωγμή, ράγισμα, ραγίζω, περιτρώγω, ροκανίζουν, ροκανίζω
  • дистрофия στα ελληνικά - δυστροφία, δυστροφίας, δυστροφία του
  • жизненность στα ελληνικά - ζωτικότητα, ζωής, ζωντάνια, ζωτικότητας, τη ζωτικότητα
Τυχαίες λέξεις
Конфискация στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στερούμαι, πρόστιμο, σπασμός, δήμευση, τίμημα, κατάσχεση, δήμευσης, τη δήμευση, κατάσχεσης