Крен στα ελληνικά

Μετάφραση: крен, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάχωμα, φτέρνα, ροπή, σειρά, όχθη, κυλώ, στροφή, στρίβω, μετατόπιση, κύλινδρος, λίστα, τακούνι, ψωμάκι, τάση, τράπεζα, ρολό, roll, κύλινδρο, ρολού, ονομαστική
Крен στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • август στα ελληνικά - αύγουστος., Αύγουστος, Αυγ., Αύγ., Αύγουστο, Αυγ
  • автожир στα ελληνικά - αυτόγυρου, αυτόγυρο
  • азиатский στα ελληνικά - ανατολικός, ανατολίτικος, Ασίας, της Ασίας, ασιατικές, ασιατική, ασιατικών
  • вызолотить στα ελληνικά - επιχρυσώνω, επιχρυσωμένος, επιχρυσωμένο, επιχρυσωμένα, επίχρυσο, επίχρυσα
Τυχαίες λέξεις
Крен στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάχωμα, φτέρνα, ροπή, σειρά, όχθη, κυλώ, στροφή, στρίβω, μετατόπιση, κύλινδρος, λίστα, τακούνι, ψωμάκι, τάση, τράπεζα, ρολό, roll, κύλινδρο, ρολού, ονομαστική