Λέξη: κουπί

Σχετικές λέξεις: κουπί

κουπί στα ιταλικά, κουπί για sup, κουπί για καγιάκ, κουπί sup, κουπί καγιάκ, κουπί αγγλικά, κουπί κανό, κουπί για κανό, κουπί kayak, το κουπί

Συνώνυμα: κουπί

κωπή, κωπή άνευ σκαλμού

Μεταφράσεις: κουπί

κουπί στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
paddle, oar, button

κουπί στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
zagual, chapotear, remo, paleta, pala, paddle, pádel, de paddle

κουπί στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
rührstange, kratze, steuerknüppel, ruderin, paddeln, ruderer, falltor, paddel, Paddel, Paddle, Schaufel

κουπί στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rame, pale, pelle, barboter, palette, aileron, pagayer, aviron, patauger, pagaie, aube, paddle, aubes

κουπί στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pagaia, remare, remo, paddle, pala, paletta, a pale

κουπί στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
almofada, carvalho, pá, remo, raquete, da pá, de pá

κουπί στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
peddelen, riem, roeiriem, roeispaan, peddel, schoep, roeien, paddle

κουπί στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
затвор, полоскаться, валек, плескаться, отшлепать, весло, лопатка, играть, байдарка, гребок, ковылять, ласт, весла, лопасть, паддл

κουπί στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
åre, padleåre, padle, paddle, Sykkelbåt, hjul

κουπί στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
åra, paddel, paddla, paddeln, paddle

κουπί στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
airo, soutaa, lapa, meloa, mela, paddle, polkuvene

κουπί στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
åre, padle, pagaj, paddle, pagajen

κουπί στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lopata, lopatka, pádlo, veslo, paddle, kolesový, pádla

κουπί στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wioślarz, pagaj, wiosło, rakietka, pluskać, mieszadło, łopatka, dulka, brodzić, nerwowo przebierać palcami, paddle, ścienny, wiosła

κουπί στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lubickolás, pacskolás, motolla, totyogás, vízikerék-lapát, topogás, evez, lapát, lapátos, evezz

κουπί στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kürek, kısa kürek, raket, paddle, yandan çarklı

κουπί στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
весло, байдарка, плескатися, веслувати, гребок, шкутильгати, ласт

κουπί στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
vozis, të vozis, pallë, vozit, vozitje

κουπί στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
весло, гребло, лопатка, бъркалка, перка, бухалка

κουπί στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вясло, весло

κουπί στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lauatennisereket, aer, laba, solistama, aerutama, sõudma, mõla, meloa, aeru

κουπί στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
peraja, veslač, veslati, veslanje, lopata, veslo, lopatica, lopaticama, paddle, s miješalicom

κουπί στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ár, paddle, róðrarspaði, spaða, spaði, spaðann

κουπί στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
remigium

κουπί στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
irklas, plaukti, mentė, lopetėlė, irkluoti vienu irklu

κουπί στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
airis, bradāt, paddle, airēt, dubļi

κουπί στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
веслото, лопатка, гребло, лопатката, перка, лопатки

κουπί στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vâslă, paletă, zbaturi, palete, cu zbaturi, paddle

κουπί στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
veslo, lopatka, pádlo, paddle, lopatnih, lopatica, lopaticami

κουπί στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
lopatka, pádlo, veslo
Τυχαίες λέξεις