Луг στα ελληνικά
Μετάφραση: луг, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πεδίο, κόμπος, χόρτο, λιβάδι, τόξο, πόα, κυρτός, καταδότης, τομέας, φιόγκος, χωράφι, λιβαδιών, λιβάδια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аббревиатура στα ελληνικά - συντομογραφία, σύντμηση, των ΗΠΑ συντομογραφία, ΗΠΑ συντομογραφία, συντόμευση
- бинт στα ελληνικά - επίδεσμος, επίδεσμο, επιδέσμου, επιδέσμου που
- воспроизводительный στα ελληνικά - αναπαραγωγικός, αναπαραγωγική, αναπαραγωγικής, αναπαραγωγικό, την αναπαραγωγική
- дагерротип στα ελληνικά - παλαιό είδος φωτογραφίας, νταγκεροτυπίας, daguerreotype, δαγεροτυπία, της νταγκεροτυπίας
Τυχαίες λέξεις
Луг στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πεδίο, κόμπος, χόρτο, λιβάδι, τόξο, πόα, κυρτός, καταδότης, τομέας, φιόγκος, χωράφι, λιβαδιών, λιβάδια
Μεταφράσεις: πεδίο, κόμπος, χόρτο, λιβάδι, τόξο, πόα, κυρτός, καταδότης, τομέας, φιόγκος, χωράφι, λιβαδιών, λιβάδια