Τομέας στα ρωσικά

Μετάφραση: τομέας, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
полёт, королевство, ветвь, район, пашня, площадка, полет, поприще, шар, пол, область, клин, отрасль, дисциплина, нива, околица, сектор, сектора, секторе, сектором, сектору
Τομέας στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τομέας

τομέας 6 εκπαιδευτικά αποτελέσματα, τομέας αστροφυσικής αστρονομίας και μηχανικής, τομέας ποινικών και εγκληματολογικών επιστημών, τομέας χ, τομέας 3 διδασκαλία και μάθηση, τομέας λεξικό γλώσσας ρωσικά, τομέας στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • τολμώ στα ρωσικά - предприятие, спекуляция, затея, авантюра, дерзать, отваживаться, сметь, ...
  • τολύπη στα ρωσικά - пудрить, дымить, клубы, дуть, жечь, дымок, пуховка, ...
  • τομή στα ρωσικά - раздел, звено, пересечение, сегмент, статья, разрез, подборка, ...
Τυχαίες λέξεις
Τομέας στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: полёт, королевство, ветвь, район, пашня, площадка, полет, поприще, шар, пол, область, клин, отрасль, дисциплина, нива, околица, сектор, сектора, секторе, сектором, сектору