Лучепреломление στα ελληνικά
Μετάφραση: лучепреломление, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάθλαση, διάθλασης, διαθλάσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аборигенный στα ελληνικά - ντόπιος, ιθαγενής, τοπικός, αυτόχθονες, Αβορίγινες, Αβορίγινων, Αβοριγίνων
- бредовой στα ελληνικά - έξαλλος, παραλήρημα, Raving, παραληρών, παραπληρών
- вектор στα ελληνικά - διάνυσμα, φορέα, φορέας, διανυσματικά, τον φορέα
- вилы στα ελληνικά - δίκρανο, Δικρανιά, pitchfork, Δικρανιά για, δικράνι
Τυχαίες λέξεις
Лучепреломление στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάθλαση, διάθλασης, διαθλάσεως
Μεταφράσεις: διάθλαση, διάθλασης, διαθλάσεως