Махинация στα ελληνικά
Μετάφραση: махинация, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρικ, δολοπλοκία, ραδιουργία, ξεγελώ, κόλπο, χειρισμός, χρήση, μηχανορραφία, σκευωρία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бенгалец στα ελληνικά - Μπενγκάλι, Βεγγαλικά, bengali, Βεγγαλική, Βεγγάλης
- будничный στα ελληνικά - καθημερινός, καθημερινό, workaday, συνήθης, πρακτικός
- дьявольский στα ελληνικά - απαίσιος, φοβισμένος, σατανικός, διαβολικός, μόρτικος, διαβολική, διαβολικό
- еще στα ελληνικά - ήρεμος, αλλιώς, ακίνητος, γαλήνιος, άλλος, ωστόσο, ακόμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Махинация στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρικ, δολοπλοκία, ραδιουργία, ξεγελώ, κόλπο, χειρισμός, χρήση, μηχανορραφία, σκευωρία
Μεταφράσεις: τρικ, δολοπλοκία, ραδιουργία, ξεγελώ, κόλπο, χειρισμός, χρήση, μηχανορραφία, σκευωρία