Межа στα ελληνικά
Μετάφραση: межа, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαίρεση, ρέλι, περιθώριο, μεραρχία, σύνορο, διχασμός, δεμένος, όριο, μεθόριος, περιορίζω, όρια, ορίου, ορίων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- автомат στα ελληνικά - μηχάνημα, αυτόματο, αυτόματη, αυτόματης, αυτόματες, αυτόματα
- берилл στα ελληνικά - βηρύλλος, βηρύλλου, Βήρυλλο, βήρυλλος, Beryl
- бестактность στα ελληνικά - αγένεια, έλλειψη λεπτότητος
- влюбчивый στα ελληνικά - ερωτικός, επιδεικτικός, ευπαθής, εύθικτος, ερωτευμένος, ερωτικές, ερωτική, ...
Τυχαίες λέξεις
Межа στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαίρεση, ρέλι, περιθώριο, μεραρχία, σύνορο, διχασμός, δεμένος, όριο, μεθόριος, περιορίζω, όρια, ορίου, ορίων
Μεταφράσεις: διαίρεση, ρέλι, περιθώριο, μεραρχία, σύνορο, διχασμός, δεμένος, όριο, μεθόριος, περιορίζω, όρια, ορίου, ορίων