Καθέλκυση στα αγγλικά

Μετάφραση: καθέλκυση, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
launching, launch, launching of
Καθέλκυση στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθέλκυση

καθέλκυση ενός τεράστιου πλοίου, καθέλκυση πλοίων, καθέλκυση πλοίου, καθέλκυση σκαφους, καθέλκυση λεξικό γλώσσας αγγλικά, καθέλκυση στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • καημός στα αγγλικά - desire, longing, yearning, distress, sorrow, yearn, yearn for my
  • καθάρισμα στα αγγλικά - cleaning, clean, cleaning of, cleaned
  • καθήκον στα αγγλικά - task, duty, responsibility, job, the task
  • καθίζω στα αγγλικά - seat, sit
Τυχαίες λέξεις
Καθέλκυση στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: launching, launch, launching of