Мотив στα ελληνικά
Μετάφραση: мотив, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάγκη, ζόρι, έδαφος, αναπηδώ, τεντώνω, ρυτίδα, προξενώ, μελωδία, αέρας, ατμόσφαιρα, αιτία, σκοπός, στραμπουλίζω, αιτιολογία, παρατάσσω, διηθώ, κίνητρο, κινητήρια, κινητήριας, το κίνητρο, κίνητρό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- баловница στα ελληνικά - πανέμορφο, πανέμορφα, πανέμορφη, υπέροχα, πανέμορφες
- бездушие στα ελληνικά - αναισθησία, αναλγησία, αναισθησίας, την αναλγησία, πώρωση
- бязь στα ελληνικά - αλεύκαστο, αλεύκαστα, φυσικής χροιάς, αλευκάστου, αλεύκαστων
- долготерпение στα ελληνικά - μακρόθυμος, πολύπαθη, μακροθυμία, πολύπαθο, την πολύπαθη
Τυχαίες λέξεις
Мотив στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάγκη, ζόρι, έδαφος, αναπηδώ, τεντώνω, ρυτίδα, προξενώ, μελωδία, αέρας, ατμόσφαιρα, αιτία, σκοπός, στραμπουλίζω, αιτιολογία, παρατάσσω, διηθώ, κίνητρο, κινητήρια, κινητήριας, το κίνητρο, κίνητρό
Μεταφράσεις: ανάγκη, ζόρι, έδαφος, αναπηδώ, τεντώνω, ρυτίδα, προξενώ, μελωδία, αέρας, ατμόσφαιρα, αιτία, σκοπός, στραμπουλίζω, αιτιολογία, παρατάσσω, διηθώ, κίνητρο, κινητήρια, κινητήριας, το κίνητρο, κίνητρό