Моток στα ελληνικά

Μετάφραση: моток, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοπή, κουβάρι, μπάλα, κόμβος, κόβω, δένω, κόψιμο, φιόγκος, δέσμη νήματος, κούκλα νήματος, Hank, Χανκ, του Hank
Моток στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • архитектура στα ελληνικά - αρχιτεκτονική, αρχιτεκτονικής, την αρχιτεκτονική, αρχιτεκτονική του, της αρχιτεκτονικής
  • движитель στα ελληνικά - μηχανή, έλικας, προπέλα, έλικα, προπέλας, της έλικας
  • демарш στα ελληνικά - αλλαγή σχεδίου, διάβημα, διαβήματος, διάβη, διάβημα της
  • завод στα ελληνικά - μύλος, αλέθω, φυτεύω, φυτό, εργοστάσιο, φυτών, φυτού, ...
Τυχαίες λέξεις
Моток στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοπή, κουβάρι, μπάλα, κόμβος, κόβω, δένω, κόψιμο, φιόγκος, δέσμη νήματος, κούκλα νήματος, Hank, Χανκ, του Hank