Κερδοσκοπικός στα αγγλικά
Μετάφραση: κερδοσκοπικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
speculative, profit, profit making
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: κερδοσκοπικός
speculative
- θεωρητικός
- σκεπτικός
- κερδοσκοπικός
Σχετικές λέξεις: κερδοσκοπικός
κερδοσκοπικός χαρακτήρας, μη κερδοσκοπικόσ, κερδοσκοπικός συνώνυμα, κερδοσκοπικόσ οργανισμόσ, κερδοσκοπικός συνώνυμο, κερδοσκοπικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, κερδοσκοπικός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- κερδομανής στα αγγλικά - grasping, kerdomanis
- κερδοσκοπία στα αγγλικά - speculation, speculative, profiteering, profiting
- κερδοσκοπώ στα αγγλικά - speculate, profiteer
- κερδοσκόπος στα αγγλικά - speculator, a speculator
Τυχαίες λέξεις
Κερδοσκοπικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: speculative, profit, profit making
Μεταφράσεις: speculative, profit, profit making