Муж στα ελληνικά
Μετάφραση: муж, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνδρας, σύζυγος, πρόσωπο, ζευγαρώνω, άνθρωπος, σύντροφος, επανδρώνω, ύπαρχος, άτομο, ταίρι, φιλαράκος, σύζυγο, σύζυγό, σύζυγός, ο σύζυγός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- авиакомпания στα ελληνικά - αερογραμμή, αεροπορική εταιρεία, αεροπορικά, αεροπορικών εταιρειών, αεροπορικής εταιρείας
- взрыв στα ελληνικά - ξέσπασμα, έκρηξη, αγωνία, εκδήλωση, ξεσπώ, σάλος, ανεμοθύελλα, ...
- впадать στα ελληνικά - διανύω, βρίσκομαι, είμαι, πτώση, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, ...
- давить στα ελληνικά - στραγγαλίζω, πρεσάρω, ζουλώ, συνθλίβω, συνωστισμός, πιέζω, τσαλαπατώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Муж στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνδρας, σύζυγος, πρόσωπο, ζευγαρώνω, άνθρωπος, σύντροφος, επανδρώνω, ύπαρχος, άτομο, ταίρι, φιλαράκος, σύζυγο, σύζυγό, σύζυγός, ο σύζυγός
Μεταφράσεις: άνδρας, σύζυγος, πρόσωπο, ζευγαρώνω, άνθρωπος, σύντροφος, επανδρώνω, ύπαρχος, άτομο, ταίρι, φιλαράκος, σύζυγο, σύζυγό, σύζυγός, ο σύζυγός