Λέξη: απών
Σχετικές λέξεις: απών
απών το 2ο επεισόδιο, απών επεισόδια, απών mega tv, απών mega, απών τελευταίο επεισόδιο, απών κλίση, απών χανιά, απών στίχοι, απών μιρέλλα παπαοικονόμου, απών σειρά
Συνώνυμα: απών
ανύπαρκτος, αφηρημένος, ελλείπων, λείπων
Μεταφράσεις: απών
απών στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
absent, absentee, missing
απών στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ausente, ausentes, ausencia, ausencia de, ausentarse
απών στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zerstreut, abwesend, fehlend, fernbleibend, fehlt, fehlen, vorhanden, nicht vorhanden
απών στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
distrait, manquant, absent, absente, absents, absence, absentes
απών στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mancante, assente, assenti, assenza, di assenza, assenti assenti
απών στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ausente, ausentes, ausência, ausência de, inexistente
απών στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
afwezig, absent, verstrooid, uitstedig, afwezig is, afwezige, afwezigheid, ontbreekt
απών στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отсутствовать, отсутствует, отсутствуют, отсутствовали, отсутствовал
απών στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fraværende, mangler, borte, fravær, manglende
απών στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
frånvarande, saknas, borta, frånvaro, ute
απών στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hajamielinen, puutteellinen, poissaoleva, poissa, ilman, puuttuu, puuttuvat, poissaolon vuoksi, esiintymättömien
απών στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fraværende, stede, til stede, mangler, fravær
απών στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
chybějící, roztržitý, nepozorný, nepřítomný, chybí, nepřítomnosti, nepřítomen
απών στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nieobecny, opuszczać, nieobecne, nieobecności, brak, występuje
απών στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hiányzó, hiányzik, jelen, távol, hiányoznak
απών στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yok, yoktur, mevcut, eksik, olmadığı
απών στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відсутній, відсутнім, відсутні, бути відсутнім, відсутніми, бути відсутні
απών στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
që mungon, mungon, mungojnë, munguar, mungesë
απών στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
липсващ, отсъства, липсва, отсъстват, липсват
απών στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адсутнічаць
απών στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
puuduv, äraolev, puudub, puuduvad, puuduvate, puududa
απών στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
izostanak, nejavljanje, nema, nepostojanje, odsutan, odsutni, odsutna, odsutne, prisutan
απών στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fjarstaddur, fjarverandi, ekki til staðar, engin, staðar, til staðar
απών στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
absens
απών στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nesantis, nėra, nedalyvavo, nedalyvauja, nebūna, nebūti
απών στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
promesošs, prombūtnē, prom, klāt, prombūtnes, trūkst
απών στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
отсутен, отсутна, отсутно, отсуствува, отсутни
απών στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
absent, absente, absentă, absenți, lipsește
απών στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
odsoten, odsotna, odsotni, odsotne, odsotno
απών στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
roztržitý, neprítomný, neprít, neprítomný v práci
Στατιστικά δημοτικότητας: απών
Τυχαίες λέξεις