Нагромождение στα ελληνικά

Μετάφραση: нагромождение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συρροή, σανίδωμα, ταμπέλα, συσσώρευση, επαύξηση, συσφαίρωση, συνονθύλευμα, ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων, χρηατοοικονοικών οίλων
Нагромождение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • армировать στα ελληνικά - ενισχύω
  • бесплодность στα ελληνικά - υπογονιμότητα, υπογονιμότητας, στειρότητα, στειρότητας, της στειρότητας
  • бессмертный στα ελληνικά - αθάνατος, αθάνατο, αθάνατη, αθάνατα, αθάνατες
  • вахлак στα ελληνικά - φερέγγυος, εχέγγυος, vahlak
Τυχαίες λέξεις
Нагромождение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συρροή, σανίδωμα, ταμπέλα, συσσώρευση, επαύξηση, συσφαίρωση, συνονθύλευμα, ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων, χρηατοοικονοικών οίλων