Назначение στα ελληνικά
Μετάφραση: назначение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προορισμός, κατανομή, χρίσμα, σκοπός, λειτουργία, δεξίωση, ραντεβού, αποστολή, διανομή, απονέμω, δουλειά, σφετερισμός, λειτουργώ, ανάθεση, ορισμός, παραγραφή, διορισμός, διορισμό, διορισμού, το διορισμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бисировать στα ελληνικά - επαναλαμβάνω, καλώ πάλι, encore, το Encore, Η Encore, την Encore
- бубонный στα ελληνικά - βουβωνικός, βουβωνική, βουβωνικής, η βουβωνική, της βουβωνικής
- будни στα ελληνικά - εργάσιμες, καθημερινές, εργάσιμες ημέρες, τις καθημερινές, εργάσιμες μέρες
- движок στα ελληνικά - αθλητής, κέρσορας, τσουλήθρα, γλιστρώ, δρομέας, ολισθητής, ρυθμιστικό, ...
Τυχαίες λέξεις
Назначение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προορισμός, κατανομή, χρίσμα, σκοπός, λειτουργία, δεξίωση, ραντεβού, αποστολή, διανομή, απονέμω, δουλειά, σφετερισμός, λειτουργώ, ανάθεση, ορισμός, παραγραφή, διορισμός, διορισμό, διορισμού, το διορισμό
Μεταφράσεις: προορισμός, κατανομή, χρίσμα, σκοπός, λειτουργία, δεξίωση, ραντεβού, αποστολή, διανομή, απονέμω, δουλειά, σφετερισμός, λειτουργώ, ανάθεση, ορισμός, παραγραφή, διορισμός, διορισμό, διορισμού, το διορισμό