Насупленный στα ελληνικά

Μετάφραση: насупленный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μελαγχολικός, σκυθρωπός, σκαθάρι, σκαθαριού, σκαθάρι του, χρυσόμυγα, κάνθαρος
Насупленный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вращательный στα ελληνικά - περιστροφικός, περιστροφικό, περιστροφική, περιστροφικού, περιστροφικής
  • вшивость στα ελληνικά - φθειρίαση, φθειρίασης, pediculosis, της φθειρίασης
  • доморощенный στα ελληνικά - ωμός, αρχέγονος, πρωτόγονος, χονδροειδής, ακατέργαστος, home-grown, γηγενείς, ...
  • дремота στα ελληνικά - νύστα, υπνάκος, ύπνος, κοιμάμαι, τσίμπλα, υπνηλία, νωθρότητα, ...
Τυχαίες λέξεις
Насупленный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μελαγχολικός, σκυθρωπός, σκαθάρι, σκαθαριού, σκαθάρι του, χρυσόμυγα, κάνθαρος