Неловко στα ελληνικά

Μετάφραση: неловко, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άβολα, δυσάρεστη, ανήσυχο, δυσάρεστο, άβολη
Неловко στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • анатом στα ελληνικά - ανατόμος, ανάτομος, anatomist, ανατομιστή, ανατόμου
  • водосборник στα ελληνικά - επικεφαλίδα, κεφαλίδα, header, μπάλα, απομακρύνοντας τη μπάλα
  • гротескный στα ελληνικά - απίθανος, αλλόκοτος, τερατώδης, τραγελαφικός, γκροτέσκο, τραγελαφικό, τραγελαφική, ...
  • допустимо στα ελληνικά - Επιτρέπεται, επιτρεπτή, επιτρεπόμενη, επιτρεπόμενο, επιτρεπτό
Τυχαίες λέξεις
Неловко στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άβολα, δυσάρεστη, ανήσυχο, δυσάρεστο, άβολη