Неустроенность στα ελληνικά
Μετάφραση: неустроенность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πάθηση, αταξία, ακαταστασία, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, διαταραχή του
Μεταφράσεις
- автоматика στα ελληνικά - αυτοματοποίηση, Αυτοματισμός, αυτομάτων, automatics, Αυτοματισμός για, Αυτοματισμός για το
- блюстительница στα ελληνικά - κηδεμόνας, blyustitelnitsa
- возгореться στα ελληνικά - καταλαμβάνω, αρπάζω φωτιά, πιάσουν φωτιά, πιάσει φωτιά, να πιάσει φωτιά, να αναφλεγούν
- восторженный στα ελληνικά - μεταρσιωμένος, ενθουσιασμένος, εκστατικός, ενθουσιώδης, ενθουσιώδεις, ενθουσιώδη, ενθουσιασμό, ...
Τυχαίες λέξεις
Неустроенность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πάθηση, αταξία, ακαταστασία, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, διαταραχή του
Μεταφράσεις: πάθηση, αταξία, ακαταστασία, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, διαταραχή του