Обивать στα ελληνικά

Μετάφραση: обивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φάτνωμα, κουμπί, προεδρείο, καρφί, ιπποτροφείο, stud, γενεαλογικό, γενεαλογικά, ορθοστάτη, στηριγμάτων
Обивать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • горец στα ελληνικά - ορειβάτης, Mountaineer, ορειβάτη, ορεσίβιος, αλπινιστής
  • горчица στα ελληνικά - μουστάρδα, μουστάρδας, σιναπιού, τη μουστάρδα, σινάπι
  • догладить στα ελληνικά - σιδερώνω, σιδερένιος, dogladit
  • дрессировать στα ελληνικά - αμαξοστοιχία, σπάζω, τρένο, εκπαιδεύω, διάλειμμα, αντεπίθεση, διάλλειμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Обивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φάτνωμα, κουμπί, προεδρείο, καρφί, ιπποτροφείο, stud, γενεαλογικό, γενεαλογικά, ορθοστάτη, στηριγμάτων