Обрезать στα ελληνικά
Μετάφραση: обрезать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψαλιδίζω, πόρπη, κόψιμο, κλαδεύω, κοπή, ζουλώ, κόβω, κουρεύω, κολοκύθι, πατικώνω, συνδετήρας, καλλιέργεια, σοδειά, συγκομιδή, καλλιεργειών, καλλιέργειας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- башмак στα ελληνικά - παντόφλα, μπότα, πεταλώνω, παπούτσι, παπουτσιών, υποδημάτων, παπουτσιού, ...
- броня στα ελληνικά - κράτηση, ένταλμα, επιφύλαξη, πανοπλία, θωράκιση, πανοπλίας, θωράκισης, ...
- влюбчивость στα ελληνικά - ευπάθεια, ευαισθησία, ερωτοληψία
- дума στα ελληνικά - σκεφτόμουν, ελεγεία, μπαλάντα, νόμιζα, σκέψη, θεωρούν, πιστεύεται, ...
Τυχαίες λέξεις
Обрезать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψαλιδίζω, πόρπη, κόψιμο, κλαδεύω, κοπή, ζουλώ, κόβω, κουρεύω, κολοκύθι, πατικώνω, συνδετήρας, καλλιέργεια, σοδειά, συγκομιδή, καλλιεργειών, καλλιέργειας
Μεταφράσεις: ψαλιδίζω, πόρπη, κόψιμο, κλαδεύω, κοπή, ζουλώ, κόβω, κουρεύω, κολοκύθι, πατικώνω, συνδετήρας, καλλιέργεια, σοδειά, συγκομιδή, καλλιεργειών, καλλιέργειας