Объемистый στα ελληνικά
Μετάφραση: объемистый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιεκτικός, πρόστυχος, αισχρός, χοντρός, ακαθάριστος, πλήρης, ογκώδης, ογκώδη, ογκώδες, ογκώδεις, ογκωδών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- батарея στα ελληνικά - μπαταρία, καλοριφέρ, σόμπα, συστοιχία, μπαταρίας, της μπαταρίας, μπαταριών, ...
- вдохновительный στα ελληνικά - εμπνέει, έμπνευση, εμπνέοντας, εμπνευσμένη, εμπνευσμένο
- вельзевул στα ελληνικά - Βελζεβούλ, Βεελζεβούλ, ο Βεελζεβούλ, τον Βεελζεβούλ, του Βεελζεβούλ
- громкоговоритель στα ελληνικά - ομιλητής, μεγάφωνο, ηχείο, ηχείων, ομιλητή, ηχείου
Τυχαίες λέξεις
Объемистый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιεκτικός, πρόστυχος, αισχρός, χοντρός, ακαθάριστος, πλήρης, ογκώδης, ογκώδη, ογκώδες, ογκώδεις, ογκωδών
Μεταφράσεις: περιεκτικός, πρόστυχος, αισχρός, χοντρός, ακαθάριστος, πλήρης, ογκώδης, ογκώδη, ογκώδες, ογκώδεις, ογκωδών