Обыкновенный στα ελληνικά
Μετάφραση: обыкновенный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκέτος, συνηθισμένος, σκέτο, κάμπος, κανονικός, συνήθης, πεδιάδα, τακτικός, κοινός, ομαλός, συμβατικός, φυσιολογικός, συνήθη, συνήθεις, συνήθους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- автозавод στα ελληνικά - αυτοκίνητο, έργα, έργων, τα έργα, εργασίες, εργασιών
- антилопа στα ελληνικά - αντιλόπη, αντιλόπης, αντιλόπες, αντιλοπών, αντιλόπης του
- беднеть στα ελληνικά - αυξάνομαι, μεγαλώνω, ξεφτίζω, εξαλειφθούν, να εξαλειφθούν
- велосипед στα ελληνικά - μηχάνημα, ποδηλάτης, κύκλος, ρόδα, τροχός, ποδήλατο, ποδηλάτων, ...
Τυχαίες λέξεις
Обыкновенный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκέτος, συνηθισμένος, σκέτο, κάμπος, κανονικός, συνήθης, πεδιάδα, τακτικός, κοινός, ομαλός, συμβατικός, φυσιολογικός, συνήθη, συνήθεις, συνήθους
Μεταφράσεις: σκέτος, συνηθισμένος, σκέτο, κάμπος, κανονικός, συνήθης, πεδιάδα, τακτικός, κοινός, ομαλός, συμβατικός, φυσιολογικός, συνήθη, συνήθεις, συνήθους