Оговорка στα ελληνικά
Μετάφραση: оговорка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιορισμός, μέριμνα, περιστολή, πρόκριση, περίσκεψη, προμήθεια, παραίνεση, όρος, ρήτρα, προειδοποίηση, προειδοποιώ, νουθεσία, κράτηση, προφύλαξη, επιφύλαξη, κράτησης, κρατήσεων, της κράτησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- блестяще στα ελληνικά - έξοχα, λαμπρά, άψογα, εξαιρετικά, έξυπνα
- вапити στα ελληνικά - είδος ελάφου της Αμερικής, Wapiti
- двояко στα ελληνικά - διπλάσια, διπλά, διπλής, διπλή, διττώς
- дезинтегрировать στα ελληνικά - θραύσμα, κομματάκι, αποσυντεθεί, αποσυντίθενται, διαλυθεί, διασπώνται, αποσαθρώνονται
Τυχαίες λέξεις
Оговорка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιορισμός, μέριμνα, περιστολή, πρόκριση, περίσκεψη, προμήθεια, παραίνεση, όρος, ρήτρα, προειδοποίηση, προειδοποιώ, νουθεσία, κράτηση, προφύλαξη, επιφύλαξη, κράτησης, κρατήσεων, της κράτησης
Μεταφράσεις: περιορισμός, μέριμνα, περιστολή, πρόκριση, περίσκεψη, προμήθεια, παραίνεση, όρος, ρήτρα, προειδοποίηση, προειδοποιώ, νουθεσία, κράτηση, προφύλαξη, επιφύλαξη, κράτησης, κρατήσεων, της κράτησης