Одеваться στα ελληνικά

Μετάφραση: одеваться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φόρεμα, ντύνομαι, φορώ, ντύνω, το φόρεμα, φορεμάτων, φόρεμά, dress
Одеваться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • антипатия στα ελληνικά - αντιπαθώ, αποστροφή, αντιπάθεια, φρίκη, αντιπάθειας, αντιπάθειά, η αντιπάθεια, ...
  • благоговение στα ελληνικά - δέος, ευλάβεια, σεβασμό, σεβασμού, σεβασμός, ευλάβειας
  • выгрузка στα ελληνικά - απολύω, εκροή, εκπυρσοκρότηση, άφεση, εκφόρτωση, εκφόρτωσης, την εκφόρτωση, ...
  • дань στα ελληνικά - συνεισφορά, συμβολή, απαιτούμενος, πρέπων, φόρος, φόρο τιμής, αφιέρωμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Одеваться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φόρεμα, ντύνομαι, φορώ, ντύνω, το φόρεμα, φορεμάτων, φόρεμά, dress