Однородность στα ελληνικά
Μετάφραση: однородность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομοιότητα, ομοιομορφία, ομοιομορφίας, ομοιογένεια, την ομοιομορφία, η ομοιομορφία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бесшумный στα ελληνικά - γαλήνιος, ήσυχος, ακίνητος, σιωπηλός, ήρεμος, ησυχασμός, σιωπηλή, ...
- вислоухий στα ελληνικά - με κρεμάμενα ωτά
- дарвинизм στα ελληνικά - δαρβινισμός, Δαρβινισμού, Δαρβινισμό, ο Δαρβινισμός, τον Δαρβινισμό
- дезертировать στα ελληνικά - αποστατώ, ελάττωμα, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
Τυχαίες λέξεις
Однородность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομοιότητα, ομοιομορφία, ομοιομορφίας, ομοιογένεια, την ομοιομορφία, η ομοιομορφία
Μεταφράσεις: ομοιότητα, ομοιομορφία, ομοιομορφίας, ομοιογένεια, την ομοιομορφία, η ομοιομορφία