Омерзение στα ελληνικά
Μετάφραση: омерзение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φρίκη, αηδία, σίχαμα, απέχθεια, εξέγερση, αηδιάζουν, αηδιάσει, σιχασιά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- авантюристический στα ελληνικά - παράτολμος, περιπετειώδη, περιπετειώδεις, τολμηροί, περιπετειώδες
- аммиачный στα ελληνικά - αμμωνιακός, αμμωνία, αμμωνίας, αμμώνιο, αμμωνιακό
- волевой στα ελληνικά - βουλητικός, ισχυρογνώμον, ισχυρογνώμοντα, ισχυρογνώμων, ισχυρογνώμονες
- губка στα ελληνικά - σφουγγάρι, επιτελείο, σπόγγου, σπόγγο, σπόγγος
Τυχαίες λέξεις
Омерзение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φρίκη, αηδία, σίχαμα, απέχθεια, εξέγερση, αηδιάζουν, αηδιάσει, σιχασιά
Μεταφράσεις: φρίκη, αηδία, σίχαμα, απέχθεια, εξέγερση, αηδιάζουν, αηδιάσει, σιχασιά