Опереться στα ελληνικά
Μετάφραση: опереться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κούρνια, ψαχνό, άπαχο, σε άπαχο, άπαχου, άπαχα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- будет στα ελληνικά - θέληση, προαίρεση, διαθήκη, θα υπάρξει, θα υπάρξουν, θα υπάρχει, θα υπάρχουν, ...
- депрессант στα ελληνικά - κάτω, πούπουλο, Ντάουνερ, Ντόουνερ, Downer, ο Ντόουνερ
- долголетний στα ελληνικά - μακρύς, μεγάλος, μεγάλο, μακρά, καιρό, μακράς
- дыхательный στα ελληνικά - αναπνοή, αναπνοής, αναπνευστική, την αναπνοή, στην αναπνοή
Τυχαίες λέξεις
Опереться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κούρνια, ψαχνό, άπαχο, σε άπαχο, άπαχου, άπαχα
Μεταφράσεις: κούρνια, ψαχνό, άπαχο, σε άπαχο, άπαχου, άπαχα