Ореол στα ελληνικά
Μετάφραση: ореол, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωτοστέφανο, αύρα, μεγαλείο, δόξα, αλογόνο, αλογονο, αλο, αλογόνου
Μεταφράσεις
- барин στα ελληνικά - ιπποκόμος, μετρ, τσιφλικάς, νοικοκύρης, κύριος, δεξιοτέχνης, αφέντης, ...
- берег στα ελληνικά - όχθη, γιαλός, ανάχωμα, ακτή, τράπεζα, αμμουδιά, φούστα, ...
- браконьерствовать στα ελληνικά - αρπάζω, λαθροθήρευε, κυνηγήσουν λαθραία, αποσπάσει τους, κυνηγήσετε λαθραία
- ежевика στα ελληνικά - βάτος, βατόμουρα, τα βατόμουρα, μούρα, βατόμουρων, βατόμουρο
Τυχαίες λέξεις
Ореол στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωτοστέφανο, αύρα, μεγαλείο, δόξα, αλογόνο, αλογονο, αλο, αλογόνου
Μεταφράσεις: φωτοστέφανο, αύρα, μεγαλείο, δόξα, αλογόνο, αλογονο, αλο, αλογόνου