Λέξη: απόδραση

Σχετικές λέξεις: απόδραση

απόδραση από τη χαμένη πόλη imdb, απόδραση χριστόδουλου ξηρού, απόδραση από το αλκατράζ, απόδραση ξηρού, απόδραση στην αθήνα, απόδραση από τον πλανήτη γη, απόδραση απο το δωμάτιο, απόδραση από την αθήνα, απόδραση από την ελλάδα, απόδραση κοντά στην αθήνα

Συνώνυμα: απόδραση

διαφυγή, δραπέτευση

Μεταφράσεις: απόδραση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
getaway, escape, break away, free stay every time, prestigious address
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
escape, fuga, escapar, de escape, huida
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Flucht, Entweichen, entkommen, Austritt, entfliehen
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fugue, fuite, évasion, échapper, échappement, évacuation
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fuga, di fuga, escape, evasione, fuggire
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fuga, escapar, de escape, de fuga, saída
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ontsnapping, ontsnappen, escape, te ontsnappen
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
побег, старт, бегство, бежать, выход, спасение
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
flukt, rømning, escape, flykte, unnslippe
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
flykt, fly, escape, flykten, utrymnings
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
paeta, escape, pakenemaan, poistumisteiden
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
flugt, escape, flygte, undslippe, udslip
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
útěk, únik, uniknout, úniku, escape
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ucieczka, uciec, ucieczki, escape, ewakuacji
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
menekülés, menekülési, escape, menekülni, hogy tökéletes nyugalmat
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kaçış, escape, bir kaçış, Merdiveni, kaçma
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
втечу, втеча, пагін
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ikje, arratisje, shpëtim, shpëtojnë, shpëtuarit
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бягство, избяга, бягството, бягство от ежедневието, евакуация
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўцёкі, уцёкі
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
eemalepääsemine, põgenemine, start, põgeneda, põgenemiseks, pingete maandamiseks, põgenemise
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bijeg, pobjeći, bijega, za bijeg, izlaza
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
flýja, Escape
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pabėgti, evakuavimo, evakuacijos, gelbėjimosi, Escape
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aizbēgt, glābšanās, evakuācijas, izkļūt, izbēgt
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бегство, избега, да избега, бегството, бегање
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
evadare, evacuare, de evacuare, scăpare, scăpa
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pobeg, escape, pobegniti, izhod v sili, za izhod v sili
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
únik, uniknúť

Στατιστικά δημοτικότητας: απόδραση

Τυχαίες λέξεις