Освобождать στα ελληνικά
Μετάφραση: освобождать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απονέμω, ανακουφίζω, μπόσικος, ξαλαφρώνω, χαλαρός, τσάμπα, χειραφετώ, απελευθερώνω, συγχωρώ, εκκενώνω, κόψιμο, κυκλοφορώ, εξαγοράζω, λυτός, κόβω, αυτεξούσιος, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- авось στα ελληνικά - σε, μπορεί, ίσως, ίσως και, ίσως να, μήπως, ενδεχομένως
- бактериальный στα ελληνικά - βακτηριακός, βακτηριακή, βακτηριακών, βακτηριακής, βακτηριακά
- выбрасывание στα ελληνικά - υπολογισμός, ακτινοβολία, προβολή, εκτίναξη, εξώθησης, εκτίναξης, εκτόξευσης, ...
- генерация στα ελληνικά - γενιά, γενεά, παραγωγή, γενιάς, παραγωγής
Τυχαίες λέξεις
Освобождать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απονέμω, ανακουφίζω, μπόσικος, ξαλαφρώνω, χαλαρός, τσάμπα, χειραφετώ, απελευθερώνω, συγχωρώ, εκκενώνω, κόψιμο, κυκλοφορώ, εξαγοράζω, λυτός, κόβω, αυτεξούσιος, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση
Μεταφράσεις: απονέμω, ανακουφίζω, μπόσικος, ξαλαφρώνω, χαλαρός, τσάμπα, χειραφετώ, απελευθερώνω, συγχωρώ, εκκενώνω, κόψιμο, κυκλοφορώ, εξαγοράζω, λυτός, κόβω, αυτεξούσιος, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση