Осушение στα ελληνικά
Μετάφραση: осушение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στραγγίζω, οχετός, αποχέτευση, αποστράγγισης, αποστράγγιση, αποχέτευσης, παροχέτευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вводный στα ελληνικά - εισαγωγικός, εισαγωγικό, εισαγωγική, εισαγωγικές, εισαγωγή, εισαγωγικά
- вред στα ελληνικά - βλάπτω, πληγώνω, χτυπώ, κακός, μοχθηρία, μειονέκτημα, ζημιά, ...
- двоиться στα ελληνικά - πηγαίνω, διαιρείται σε δύο, αιώρημα διαιρείται σε δύο
- длинношерстный στα ελληνικά - μακρυμάλλης, μακριά μαλλιά, μακρυμάλλη, μακρύ τρίχωμα, μακρυμάλλες
Τυχαίες λέξεις
Осушение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στραγγίζω, οχετός, αποχέτευση, αποστράγγισης, αποστράγγιση, αποχέτευσης, παροχέτευση
Μεταφράσεις: στραγγίζω, οχετός, αποχέτευση, αποστράγγισης, αποστράγγιση, αποχέτευσης, παροχέτευση