Отбеливание στα ελληνικά
Μετάφραση: отбеливание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λευκαντικό, χλωρίνη, λευκαντικού, λεύκανσης, λευκαντικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бретонец στα ελληνικά - Breton, Μπρετόν, Βρετονικά, Βρετάνης, της Βρετάνης
- всплытие στα ελληνικά - επιφανειακές, επιφανειών, επίστρωση, ισοπέδωση, ανάδυση
- гросс στα ελληνικά - ακαθάριστος, πρόστυχος, χοντρός, αισχρός, ακαθάριστο, ακαθάριστα, ακαθάριστη, ...
- дерби στα ελληνικά - Ντέρμπι, Derby, του Derby, ντέρμπυ
Τυχαίες λέξεις
Отбеливание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λευκαντικό, χλωρίνη, λευκαντικού, λεύκανσης, λευκαντικών
Μεταφράσεις: λευκαντικό, χλωρίνη, λευκαντικού, λεύκανσης, λευκαντικών