Отступить στα ελληνικά

Μετάφραση: отступить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συστέλλω, κρησφύγετο, οπισθοδρομώ, συρρικνώνομαι, μπαίνω, υποχωρώ, ησυχαστήριο, μηχανάκι, ένα βήμα πίσω, βήμα πίσω, βήμα προς τα πίσω, πλάτη βημάτων, κάνουν ένα βήμα πίσω
Отступить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • благотворительный στα ελληνικά - ευεργετικός, ευμενής, επωφελής, συνετός, ωφέλιμος, καλόβουλος, φιλάνθρωπος, ...
  • ватный στα ελληνικά - βαμβάκι, βαμβακιού, το βαμβάκι, βάμβακος, βαμβακερά
  • двучлен στα ελληνικά - διωνυμικός, διώνυμος, δυωνυμική, δυωνυμικού, δυωνυμικής
  • думпкар στα ελληνικά - χωματερή, ένδειξης σφαλμάτων, χωματερής, dump, ένδειξης
Τυχαίες λέξεις
Отступить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συστέλλω, κρησφύγετο, οπισθοδρομώ, συρρικνώνομαι, μπαίνω, υποχωρώ, ησυχαστήριο, μηχανάκι, ένα βήμα πίσω, βήμα πίσω, βήμα προς τα πίσω, πλάτη βημάτων, κάνουν ένα βήμα πίσω