Охрометь στα ελληνικά

Μετάφραση: охрометь, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιδρυτής, ναυαγώ, φουντάρω, πάει, να πάει, πάτε, πηγαίνετε, πάνε
Охрометь στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • артист στα ελληνικά - καλλιτέχνης, καλλιτέχνη, τον καλλιτέχνη, καλλιτεχνών, του καλλιτέχνη
  • безотрадный στα ελληνικά - θλιβερός, θλιβερό, θλιβερή, θλιβερά, πληκτική
  • беременеть στα ελληνικά - αρμόζω, γίνομαι, μείνετε έγκυος, έγκυος, μείνουν έγκυες, μείνει έγκυος, να μείνουν έγκυες
  • гноящийся στα ελληνικά - φούντωνε, κακοφορμισμένο, ελκώδη, festering, ελκωδών
Τυχαίες λέξεις
Охрометь στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιδρυτής, ναυαγώ, φουντάρω, πάει, να πάει, πάτε, πηγαίνετε, πάνε