Ощутимый στα ελληνικά
Μετάφραση: ощутимый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αξιοσημείωτος, λογικός, αισθητός, απτός, αξιόλογη, αισθητή, αισθητές, αξιόλογο, αισθητά
Μεταφράσεις
- благоволить στα ελληνικά - είμαι, χάρη, ευνοώ, διανύω, βρίσκομαι, ρουσφέτι, εύνοια, ...
- динамизм στα ελληνικά - δυναμισμός, δυναμισμό, δυναμισμού, δυναμική, το δυναμισμό
- дозревать στα ελληνικά - μεστώνω, μεστός, ωριμάζω, ώριμος, ωριμάζουν, ωριμάσουν, ωριμάσει, ...
- заварной στα ελληνικά - βραστό, βρασμένο, βραστά, βρασμένα, βράζεται
Τυχαίες λέξεις
Ощутимый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αξιοσημείωτος, λογικός, αισθητός, απτός, αξιόλογη, αισθητή, αισθητές, αξιόλογο, αισθητά
Μεταφράσεις: αξιοσημείωτος, λογικός, αισθητός, απτός, αξιόλογη, αισθητή, αισθητές, αξιόλογο, αισθητά