Паз στα ελληνικά
Μετάφραση: паз, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρείθρο, διοχετεύω, στεγαστικός, κανάλι, στέγαση, σχισμή, ράβδωση, αύλακα, αυλάκωση, αυλάκι, εγκοπή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- агрегат στα ελληνικά - ομήγυρη, φυτό, μονάδα, εργοστάσιο, συνέλευση, καθορισμένος, τοποθετώ, ...
- арбуз στα ελληνικά - καρπούζι, καρπουζιού, το καρπούζι, καρπουζιών, καρπούζια
- беспокойный στα ελληνικά - πυρετώδης, θυελλώδης, απασχολημένος, άβολος, νευρικός, δύστροπος, αγχώδης, ...
- блестеть στα ελληνικά - λάμπω, λαμποκοπώ, γυαλίζω, αναλαμπή, μαρμαρυγή, αστράφτω, φεγγίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Паз στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρείθρο, διοχετεύω, στεγαστικός, κανάλι, στέγαση, σχισμή, ράβδωση, αύλακα, αυλάκωση, αυλάκι, εγκοπή
Μεταφράσεις: ρείθρο, διοχετεύω, στεγαστικός, κανάλι, στέγαση, σχισμή, ράβδωση, αύλακα, αυλάκωση, αυλάκι, εγκοπή