Палка στα ελληνικά
Μετάφραση: палка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρόπαλο, προσωπικό, πράμα, βαρελοσανίδα, χώνω, λέσχη, ραβδί, Stick, στικ, κολλήσει, το ραβδί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бесхвостый στα ελληνικά - κολοβός, χωρίς ουρά, ουρά, χωρίς ουράν, ουράν
- громоотвод στα ελληνικά - μαέστρος, σταματών, αναχαιτιστή, παγιδευτή, αλεξικέραυνο, αλεξικεραύνου
- десятиугольник στα ελληνικά - δεκαγώνο, δεκάγωνο
- жилистый στα ελληνικά - νευρώδης, νευρικό, συρμάτινος, νευρικός, νευρώδες
Τυχαίες λέξεις
Палка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρόπαλο, προσωπικό, πράμα, βαρελοσανίδα, χώνω, λέσχη, ραβδί, Stick, στικ, κολλήσει, το ραβδί
Μεταφράσεις: ρόπαλο, προσωπικό, πράμα, βαρελοσανίδα, χώνω, λέσχη, ραβδί, Stick, στικ, κολλήσει, το ραβδί