Парк στα ελληνικά

Μετάφραση: парк, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιμνούλα, αυλή, προαύλιο, παρακρατώ, στόλος, πάρκο, απόθεμα, πισίνα, νηοπομπή, πάρκου, χώρος στάθμευσης, Παρκ, χώρο στάθμευσης
Парк στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бумажник στα ελληνικά - πορτοφόλι, το πορτοφόλι, πορτοφολιού, χαρτοφυλακίου, πορτοφολιών
  • выдаваться στα ελληνικά - εξέχω, βλέμμα, φαίνομαι, εμφάνιση, προβάλλω, συμβαίνω, διαδραματίζω, ...
  • горец στα ελληνικά - ορειβάτης, Mountaineer, ορειβάτη, ορεσίβιος, αλπινιστής
  • жуть στα ελληνικά - φρίκη, τρόμος, παραδοξότητα, ηρινές, παραδοξότης, eeriness
Τυχαίες λέξεις
Парк στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιμνούλα, αυλή, προαύλιο, παρακρατώ, στόλος, πάρκο, απόθεμα, πισίνα, νηοπομπή, πάρκου, χώρος στάθμευσης, Παρκ, χώρο στάθμευσης