Паясничать στα ελληνικά

Μετάφραση: паясничать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλόουν, ενεργήσει επάνω, ενεργήσουμε, να ενεργήσουμε
Паясничать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • внук στα ελληνικά - εγγονός, εγγονό, τον εγγονό, εγγονού, ο εγγονός
  • восьмидесятилетний στα ελληνικά - ογδοντάρες, ογδοντάχρονες, octogenarian, ογδοντάχρονου, ογδοντάρης
  • гадко στα ελληνικά - ρυπαρώς
  • гибрид στα ελληνικά - υβρίδιο, υβριδικό, υβριδικά, υβριδικών, υβριδικού
Τυχαίες λέξεις
Паясничать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλόουν, ενεργήσει επάνω, ενεργήσουμε, να ενεργήσουμε