Пианист στα ελληνικά
Μετάφραση: пианист, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιανίστας, πιανίστα, πιανίστρια, τον πιανίστα, pianist
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безотрадный στα ελληνικά - θλιβερός, θλιβερό, θλιβερή, θλιβερά, πληκτική
- волынщик στα ελληνικά - αυλητής, Piper, αυλητή, της Piper, του Piper
- восстановление στα ελληνικά - αναζωογόνηση, αποκατάσταση, ανάσταση, επαναφορά, ανακαίνιση, αναβίωση, ανάρρωση, ...
- вулканизация στα ελληνικά - βουλκανισμού, βουλκανισμός, βουλκανισμό, ενθείωσης, ενθείωση
Τυχαίες λέξεις
Пианист στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιανίστας, πιανίστα, πιανίστρια, τον πιανίστα, pianist
Μεταφράσεις: πιανίστας, πιανίστα, πιανίστρια, τον πιανίστα, pianist