Плата στα ελληνικά
Μετάφραση: плата, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίδομα, πληρώνω, δίδακτρα, επιχορήγηση, ενοίκιο, ενοικιάζω, αμοιβή, κάρτα, πληρωμή, νοίκι, φαγητό, τιμάριο, τέλη, τέλος, τέλους, χρέωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- винтовка στα ελληνικά - τουφέκι, καραμπίνα, όπλο, τυφέκιο, το όπλο, όπλου
- вошь στα ελληνικά - ψείρα, ψείρας, φθείρα, ψείρα του, χαλνώ
- горностай στα ελληνικά - ερμίνα, ερμίνας, ερμελίνειος, ερμίνα γούνα, ικτίς
- греться στα ελληνικά - πρόποση, λιάζομαι, καβουρδίζω, καβουρντίζω, τοστ, ψήνω, θερμαίνομαι, ...
Τυχαίες λέξεις
Плата στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίδομα, πληρώνω, δίδακτρα, επιχορήγηση, ενοίκιο, ενοικιάζω, αμοιβή, κάρτα, πληρωμή, νοίκι, φαγητό, τιμάριο, τέλη, τέλος, τέλους, χρέωση
Μεταφράσεις: επίδομα, πληρώνω, δίδακτρα, επιχορήγηση, ενοίκιο, ενοικιάζω, αμοιβή, κάρτα, πληρωμή, νοίκι, φαγητό, τιμάριο, τέλη, τέλος, τέλους, χρέωση