Плоско στα ελληνικά
Μετάφραση: плоско, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαμέρισμα, επίπεδος, επίπεδα, επίπεδης, επίπεδη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- величественность στα ελληνικά - μεγαλείο, μεγαλοπρέπεια, μεγαλειότητα, το μεγαλείο, Αυτού Μεγαλειότητας
- вопрошающий στα ελληνικά - φιλοπερίεργος, προβληματισμός, αμφισβήτηση, ανάκριση, ανάκρισης, ανακρίσεις
- глупеть στα ελληνικά - στουρνάρι, μεγαλώνουν, αυξάνεται, αυξάνονται, αυξηθεί, αναπτυχθούν
- доминирующий στα ελληνικά - κυρίαρχη, κυρίαρχο, δεσπόζουσα, δεσπόζουσα θέση, δεσπόζουσας
Τυχαίες λέξεις
Плоско στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαμέρισμα, επίπεδος, επίπεδα, επίπεδης, επίπεδη
Μεταφράσεις: διαμέρισμα, επίπεδος, επίπεδα, επίπεδης, επίπεδη