Повинность στα ελληνικά
Μετάφραση: повинность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποχρέωση, ρουσφέτι, καθήκον, υπηρεσία, εξυπηρέτηση, δασμοί, σέρβις, υπηρεσίας, εξυπηρέτησης, παροχής υπηρεσιών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- блёстки στα ελληνικά - πούλιες, παγιέτες, τσέκια, κεντημένες πέτρες, διακοσμητικές πούλιες
- вытесать στα ελληνικά - πελεκώ, πελεκητή, πελεκητές, με πελεκητή, αυτή με πελεκητή
- давно στα ελληνικά - πριν, μακρύς, μεγάλος, μεγάλο, μακρά, καιρό, μακράς
- декодировать στα ελληνικά - αποκωδικοποίηση, αποκωδικοποιήσει, decode, αποκωδικοποιήσουν, αποκωδικοποίησης
Τυχαίες λέξεις
Повинность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποχρέωση, ρουσφέτι, καθήκον, υπηρεσία, εξυπηρέτηση, δασμοί, σέρβις, υπηρεσίας, εξυπηρέτησης, παροχής υπηρεσιών
Μεταφράσεις: υποχρέωση, ρουσφέτι, καθήκον, υπηρεσία, εξυπηρέτηση, δασμοί, σέρβις, υπηρεσίας, εξυπηρέτησης, παροχής υπηρεσιών