Подкупать στα ελληνικά
Μετάφραση: подкупать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγοράζω, ξεμαυλίζω, παραποιώ, εκμαυλίζω, διαφθείρω, αλλοιώνω, λουφές, δωροδοκία, δωροδοκίας, δωροδοκήσει, μίζα, δωροδοκούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вздремнуть στα ελληνικά - έχω, έχε, χνούδι, υπνάκο, ΕΣΔ, ΝΑΡ, NAP
- газолин στα ελληνικά - αέριο, βενζίνη, βενζίνης, της βενζίνης, τη βενζίνη, η βενζίνη
- галльский στα ελληνικά - γαλατικός, γαλατικών, Γαλατικούς, Gallic, γαλατικά
- дозаправиться στα ελληνικά - εφοδιάζονται με καύσιμα, ανεφοδιάζονται, ανεφοδιαστούν με καύσιμα, ανεφοδιασμό, ανεφοδιασμού
Τυχαίες λέξεις
Подкупать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγοράζω, ξεμαυλίζω, παραποιώ, εκμαυλίζω, διαφθείρω, αλλοιώνω, λουφές, δωροδοκία, δωροδοκίας, δωροδοκήσει, μίζα, δωροδοκούν
Μεταφράσεις: αγοράζω, ξεμαυλίζω, παραποιώ, εκμαυλίζω, διαφθείρω, αλλοιώνω, λουφές, δωροδοκία, δωροδοκίας, δωροδοκήσει, μίζα, δωροδοκούν