Поднести στα ελληνικά
Μετάφραση: поднести, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανυψώνω, υψώνω, βελτιώνω, σηκώνω, φέρω, φέρει, να, θέτουν, φέρουν
Μεταφράσεις
- вникать στα ελληνικά - πηγαίνω, διεισδύουν, διεισδύσουν, διεισδύσει, διαπεράσει, διαπερνούν
- выбивка στα ελληνικά - νοκ-άουτ, knockout, νοκ άουτ
- глупость στα ελληνικά - μακροθυμία, αθωότητα, επιείκεια, γελοιότητα, πράγμα, τρέλα, ανοησία, ...
- гусятина στα ελληνικά - χήνα, χήνας, χήνες, της χήνας, χηνών
Τυχαίες λέξεις
Поднести στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανυψώνω, υψώνω, βελτιώνω, σηκώνω, φέρω, φέρει, να, θέτουν, φέρουν
Μεταφράσεις: ανυψώνω, υψώνω, βελτιώνω, σηκώνω, φέρω, φέρει, να, θέτουν, φέρουν